ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΙΣΛΑΜ: ΕΝΑΣ ΕΠΙΚΑΙΡΟΣ ΑΞΟΝΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
(Δημοσίευση: 6 Ἀπριλίου 2007). Πρωτοδημοσιεύθηκε στὴν ἰστοσελίδα Espaces Marx στὶς 25 Μαΐου 2006, μὲ τὸν τίτλο: "Communistes et représentations de l’islam : un axe de travail des plus actuels" (μτφρ. Γιάννης Φ.Φωτόπουλος)
...Η συμβολή μου θα περιοριστεί σε ένα και μόνο ζήτημα. Ελπίζω, σήμερα, να προσελκύσω την επισταμένη προσοχή επάνω του, κι αυτό έχοντας κατά νου τα σημαντικά παγκόσμια διακυβεύματα που υποβόσκουν στις υπάρχουσες αναπαραστάσεις για το ισλάμ. Υπάρχουν, πράγματι, πολλά ισλάμ, με όρους θρησκείας, πολιτισμών, ιδεολογιών, και κυρίως κοινωνικών και πολιτικών πραγματικοτήτων. Ένας κοινωνικός και πολιτικός κόσμος που είναι ταυτόχρονα και πολλαπλός, μα που εδώ και καιρό (και σήμερα περισσότερο από ποτέ) είναι αντιμέτωπος με μία κοινή δυστυχία. Τη δυστυχία να είναι στην πρώτη θέση, στο στόχαστρο των επιθέσεων που δέχεται η ελευθερία και η ανάπτυξη από τα καταστροφικά αποτελέσματα της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης.
Το ζήτημα στο οποίο θέλω να καταλήξω είναι το εξής: η σχέση που είναι ανάγκη να οικοδομηθεί ανάμεσα αφενός στους τελεστές του κοινωνικού και πολιτικού κινήματος που εμπνέονται από μια σκέψη του Μαρξ που σήμερα εξελίσσεται δημιουργικά, κι αφετέρου στους τελεστές και κινήματα που επίσης επικαλούνται μία βούληση χειραφάτησης, αλλά που την κατανοούν με τον δικό τους τρόπο και εμπνέονται από διαφορετικές ερμηνείες του ισλάμ. Ο τελευταίος μισός αιώνας μάς προμήθευσε με πολλές παραλλαγές αυτών των καταστάσεων και προβλημάτων, είτε ήταν μέσα από τα εθνικιστικά κινήματα αντιαποικιακής απελευθέρωσης, ή με τις επίσης πολυποίκιλες μορφές του πολιτικού ισλαμισμού που πιο πρόσφατα αναδύθηκαν με μεγάλη ευρύτητα στις χώρες όπου οι μουσουλμάνοι είναι πλειοψηφία αλλά και σε χώρες όπου είναι μειοψηφία.
Αυτό το πρόβλημα εγγράφεται με διπλό τρόπο στις φροντίδες που έχουμε σαν κομμουνιστές. Κατ' αρχήν στο θεωρητικό πεδίο, από την ίδια τη φύση του. Στη συνέχεια, και κυρίως, στο έδαφος των αγώνων, εξαιτίας του σημαντικού του αντίκτυπου στο κοινωνικό και πολιτικό κίνημα. Σε αυτούς τους δύο τομείς, το ποσοστό που προσώρας κατέχει αυτό το πρόβλημα στις προσεγγίσεις μας, μού φαίνεται εντελώς αναντίστοιχο με τη βαρύτητα που έχει στα γεγονότα και στις κοντοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους. Οφείλεται άραγε στον ειδικό χαρακτήρα ενός προβλήματος ελάχιστα οικείου στους στρατευμένους αγωνιστές της Ευρώπης και του δυτικού κόσμου; Ή μήπως οφείλεται στην πολυπλοκότητά του, μέσα στην οποία συνενώνονται αντιφατικοί παράγοντες; Απ' τη μια οι ανάγκες σύγκλισης, ενότητας δράσης και αλληλεγγύης ανάμεσα στους καταπιεσμένους και τους εκμεταλλευμένους όση ποικιλία κι αν υπάρχει, κι απ' την άλλη οι καταστάσεις συναγωνισμού, συγκρουσιακότητας, ανάμεσα σε ιδεο-λογίες και προτάγματα για τις κοινωνίες που μπορούν να φτάσουν να γίνουν ανταγωνιστικά;
Στο θεωρητικό πεδίο, θα υπήρχε χώρος προκειμένου να φωτίσουμε τις βαθύτερες αιτίες των δυσκολιών να εγκατασταθούν σχέσεις συνεργασίας ανάμεσα σε τελεστές ή κοινωνικοπολιτικά κινήματα που a priori θα είχαν την τάση να το κάνουν, εν όψει των κοινωνικο-οικονομικών και πολιτικών τους συμφερόντων. Οι μεν, στους οποίους ανήκουμε, στρέφουν εύλογα την προσοχή τους κατά προτεραιότητα στα διακυβεύματα και στα διαχωριστικά σχίσματα με βάση την κοινωνική θέση, ανεξάρτητα από εθνικές και θρησκευτικές ευαισθησίες, συχνά-πυκνά ισχυρότατες. Για άλλους, η χειραφετητική προσέγγιση την οποία επικαλούνται και όπως την προσλαμβάνουν, διαπλάθεται κατά κύριο λόγο από ιδεολογικές εμπνεύσεις, που με τη σειρά τους τροφοδοτούνται κυρίαρχα από θρησκευτικές ερμηνείες. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση πραγμάτων, οι τελεστές που εμπνέονται από μια σκέψη του Μαρξ εμπλουτισμένη από την εμπειρία, υπερασπίζονται ευλόγως την απαίτηση για σύγκλιση, κι ακόμη περισότερο για ενότητα δράσης, ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία της κοινωνίας που έχουν εξ αντικειμένου εδώ το συμφέρον τους. Για εμάς, αποτελεί τη βασική συνθήκη για μαζικούς και ριζικούς κοινωνικούς και δημοκρατικούς μετασχηματισμούς. Σε εμάς, επίσης, ανήκει το καθήκον να καταβάλουμε τις πιο υπευθυνες και διορατικές προσπάθειες προκειμένου να κάμψουμε και να συναρθρώσουμε τις δύο αντιφατικές ιδεολογικές προσεγγίσεις προς όφελος της κοινής δράσης, έτσι κι αλλιώς μέσα σε πνεύμα ιστορικής, διαλεκτικής και υλιστικής αποτίμησης του θρησκευτικού φαινομένου. Με μιά λέξη, να ρίξουμε ένα βλέμμα κριτικό και ταυτόχρονα εποικοδομητικό στις επιπτώσεις που έχουν οι θρησκείες στο κοινωνικο-πολιτικό πεδίο, ιδιαίτερα στην ισλαμική τους ιδιαιτερότητα...
Δύσκολο καθήκον να παντρέψεις την προσπάθεια για ενότητα δράσης με τη σαφήνεια, μέσα στην εντελώς απαραίτητη πολιτική και ιδεολογική διαφοροποίηση. Κάποιοι από τις δύο όχθες θα έλεγαν ότι πρόκειται για καθήκον μη πραγματοποιήσιμο, ή και αιρετικό που επισύρει το ανάθεμα των ιδιαίτερών τους συναγωνιστών. Οι στενές εκτιμήσεις, απ' τη μια μεριά ή την άλλη, πιο συχνά αποκαλύπτουν ξεπερασμένες δογματικές και ουσιοκρατικές οπτικές παρά μία πιο συγκεκριμένη αποτίμηση των καταστάσεων. Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι δεν είναι εύκολο μέσα στη φωτιά των αγώνων και των παθών να αποφεύγει κανείς αυτές τις δύο διαστροφικές και παραλυτικές τάσεις που τόσο συχνά παρατηρούμε σε αυτόν τον τομέα: δαιμονοποίηση δυνητικών συμμάχων που δεν σκέπτονται όπως εμείς και -αντίστροφα- κολακείες και χάιδεμα προς σοβαρές παρεκκλίσεις που αφορούν είτε τους στόχους, είτε τους δρόμους και τα μέσα, παρεκκλίσεις που σε κάθε περίπτωση γυρνάνε ενάντια στις διακηρυγμένες προθέσεις χειραφέτησης και οδηγούν αργά ή γρήγορα στην αποτυχία το κοινωνικό πρόταγμα.
Το βαρύ καθήκον συνεχίζει σε κάθε περίπτωση να είναι αναπόφευκτο εάν κάποιος έχει κατά νου μαζικούς δημοκρατικούς και κοινωνικούς μετασχηματισμούς, ριζικούς και ρεαλιστικούς. Αυτοί δεν μπορούν να προέλθουν παρά μονάχα από αγώνες που συγκλίνουν ολοένα και περισσότερο, μέσα στο χωνευτήρι των οποίων μπορούν καλύτερα να ωριμάσουν θετικές ιδεολογικές εξελίξεις, δημιουργικές και κινητοποιητικές.
Κι αυτό γιατί πέρα από τη θεωρητική πλευρά -και έρχομαι έτσι στη δεύτερη διάσταση- ο τελευταίος μισός αιώνας κι ιδιαίτερα οι δύο τελευταίες δεκαετίες, δεν μάς επιτρέπουν να αποφύγουμε αυτή την προβληματική στην πράξη. Ανεξάρτητα ποιό ΜΜΕ, σοβαρό ή απροσχημάτιστα προπαγανδιστικό, ανεξάρτητα ποιό βλέμμα στρέφεται προς τον κοχλασμό των συμβάντων και των μεγάλων γεγονότων που περιβάλλουν τον καθένα από εμάς, όλα μάς ωθούν σε διαπιστώσεις και ερωτήματα που δεν μπορούν να παρακαμφθούν. Τί κάνουμε οι μεν και οι δε προκειμένου να καλύψουμε την απόσταση της έλλειψης κατανόησης που μάς εμποδίζει να κάνουμε μαζύ μέτωπο στην αχαλίνωτη μανία του παγκοσμιοποιημένου υπερφιλελευθερισμού; Τί είναι αυτό που επιτρέπει στους αφηνιασμένους εκπρόσωπούς του να εκτείνουν τα ερείπια που προκαλούν από το Ιράκ, την Παλαιστίνη κι άλλες αιματοκυλισμένες περιοχές -ή που απειλούνται να γίνουν τέτοιες- μέχρι τα προάστεια και τις αγροτικές ζώνες του δυτικού ή του μουσουλμανικού κόσμου; Το ζήτημα είναι στέρεα εγκατεστημένο στο επίκεντρο των ανησυχιών, των φόβων, των αναζητήσεων, και των συγχύσεων που δεν εξαιρούν κανέναν κάτοικο του πλανήτη, πλούσιο ή φτωχό, πολιτικοποιημένο ή όχι, όποια κι αν είναι η πολιτισμική, θρησκευτική ή φιλοσοφική ευαισθησία του. Σε αυτές τις συνθήκες, οι προσπάθειες τόσο των κομμουνιστών, κληρονόμων και διαφοροποιημένων ερμηνευτών του Μαρξ, όσο και των μυημένων σε θεολογίες που προτείνουν τη δική τους ιδιαίτερη οπτική για την απελευθέρωση και την προαγωγή του ατόμου και των ανθρώπινων συλλογικοτήτων, είναι άραγε αντίστοιχες με το ύψος των περιστάσεων; Πώς να προωθήσουμε το ζήτημα των κοινών κριτηρίων της συνεργασίας που πρέπει να εδραιώσουμε ανάμεσα σε συνεταίρους που ζωογονούνται από τη θέληση για αλλαγές και εναλλακτικές, αλλά που είναι φορείς αντιφατικών σχεδίων που αναπόφευκτα γεννιώνται από την ίδια την κατάσταση του κόσμου και των σημερινών κοινωνιών;
Καθ' ό,τι αφορά του κομμουνιστές, αναρωτιέμαι: υπάρχει από την πλευρά μας για τα κοινωνικοπολιτικά και ιδεολογικά ρεύματα που εμπνέονται από το ισλάμ, και κυρίως για τους πλατιούς χώρους που υποστηρίζουν αυτά τα ρεύματα και εμπνέονται από αυτά, η ίδια προσπάθεια παραγωγικής σκέψης με εκείνη που έχει γίνει για τους χριστιανούς, με εκείνο που στην Λατινική Αμερική ονομάστηκε «η θεολογία της επελευθέρωσης»; Αυτή εδώ η τελευταία δουλειά δεν αποτελεί άραγε έναν από τους κεντρικούς παράγοντες της σημερινής επιθετικής ανόδου του κοινωνικού κινήματος και των δυνάμεων της αριστεράς σε τούτη την υπο-ήπειρο; Η Λατινική Αμερική ήταν ωστόσο, εδώ και μόλις σαράντα χρόνια, βουτηγμένη στην πυρετώδη αυταπάτη της πρωτοκαθεδρίας που δινόταν στην αντίσταση από εστίες γκερίλα και σε ορισμένες τροπικότητες της τρομοκρατίας, καταστάσεις τις οποίες οι υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ δικτατορίες μπόρεσαν να διευθετήσουν με τα γνωστά μέσα.
Η επιμονή μου να θέτω αυτό το πρόβλημα προέρχεται από τα διδάγματα μιας βαρειάς εμπειρίας. Το κομμουνιστικό κίνημα στις αραβικές και μουσουλμανικές χώρες, παρ' όλους τους αγώνες και τις αξιέπαινες πρωτοβουλίες, στα μισά του περασμένου αιώνα πέρασε παραδίπλα και δεν διασταυρώθηκε με μία μεγάλη ιστορική ευκαιρία, που θα το είχε καταστήσει ικανό να επηρεάσει βαθύτερα τα εθνικά κινήματα, με μια έννοια πιο δημοκρατική και κοινωνική. Μεγάλο μέρος αυτής της αποτυχίας πρέπει σίγουρα να καταλογιστεί στις ειδικές συνθήκες -ταυτόχρονα γεωπολιτικές και κοινωνικο-πολιτισμικές- που επικρατούν σε αυτή την περιοχή του κόσμου. Ένα άλλο μέρος οφείλεται στις ανεπάρκειες του κομμουνιστικού κινήματος να προσαρμόσει ακριβώς τους προσανατολισμούς του σε αυτόν τον ειδικό χαρακτήρα, κι ακόμη χειρότερα σε ανεπάρκειες που το οδήγησαν, σε ορισμένες περιστάσεις, να στρέφεται προς την αντίθετη από τους επιθυμητούς προσανατολισμούς κατεύθυνση, να ξεκινάει αντιπαραγωγικούς προσανατολισμούς. Έστω και διορθωμένες στο τέλος, αυτές οι ανεπάρκειες απομάκρυναν για κάμποσο καιρό τους κομμουνιστές όχι μόνο από τους εθνικιστές ηγέτες (προς τους οποίους απεύθυναν κριτικές ενμέρει δικαιολογημένες), αλλά -κάτι πιο σοβαρό- από τις λαϊκές μάζες που ήταν έρμαιο αρνητικών επιρροών. Η έστω και προσωρινή αποκοπή στέρησε ενμέρει αυτά τα στρώματα από την δημοκρατική και κοινωνική πολιτική κουλτούρα που οι κομμουνιστές ήταν σε θέση να τους προσφέρουν. Επίσης προξένησε προκαταλήψεις που επιβαρύνουν την καρδιά και τη ματιά για τις δυνατότητες τις ιστορικά και πρακτικά ανοικτές.
Δύο αλληλεπικαλυπτόμενοι λόγοι μού φαίνεται πως έχουν τροφοδοτήσει ό,τι μπορούμε να ονομάσουμε «ανικανότητες» - απ' τη στιγμή που αφορούν ένα σφαιρικό σχέδιο-πρόταγμα κοινωνίας που a priori δεν έπρεπε να θεωρεί τη θρησκευτική ποικιλία σαν εμπόδιο στους αγώνες κοινωνικής και πολιτικής χειραφέτησης.
Ο πρώτος λόγος μού φαίνεται οτι είναι μία παρέκκλιση, ή σύγχυση, θεωρητικής τάξης που οδήγησε στο να μπερδευτούν τομείς του κομμουνιστικού κινήματος σημαντικοί για τους δρόμους που προσδιορίζουν την κοινωνική χειραφέτηση, με μία πρακτική -που διογκωνόταν και μάλιστα επιβαλλόταν από τα πάνω- ενός στρατευμένου αθεϊσμού όπως ήταν η περίπτωση της ΕΣΣΔ. Ή οδήγησε, ακόμη, στο να αφομοιώνεται η γόνιμη αρχή του κοσμικού χαρακτήρα με τέτοιο ιδιαίτερο τρόπο ή μέσα σε τέτοια συμφραζόμενα ώστε να εμφανίζεται συνώνυμη όχι της ουδετερότητας και της δημοκρατίας αλλά της εχθρότητας προς τη θρησκεία και την πίστη όσων πολιτών πίστευαν. Κάτι που κατέληγε στο να υψώνονται σε καθολικό μοντέλο οι διάφορες ευρωκεντρικές ή γαλλοκεντρικές παραλλαγές που συνδέονταν με τις ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες της τάδε ή δείνα χώρας. Σχετικά με αυτό, θα είχε ενδιαφέρον να σταθούν οι ερευνητές σε ένα διδακτικό γεγονός, ένα επεισόδιο της δεκαετίας του '20, όταν πνίχτηκε εν τη γεννέσει της η αντίληψη που ο Σουλτάνος Γκαλίεφ, στο όνομα της σοβιετικής εξουσίας, είχε ένθερμα υποστηρίξει και είχε αρχίσει να εφαρμόζει στις Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας.
Ένας δεύτερος λόγος, που αλληλοεπικαλύπτεται με τον προηγούμενο, είχε τη δική του συμβολή στη μετατόπιση αυτών των μάλλον απλουστευτικών προσεγγίσεων του θρησκευτικού φαινομένου προς το κομμουνιστικό κίνημα των μουσουλμανικών χωρών. Πάρα πολλοί αγωνιστές και στελέχη που έκαναν σε αυτές τις χώρες γνωστό το κομμουνιστικό κίνημα και συνέβαλαν στα πρώτα του βήματα, ήταν Ευρωπαίοι στην καταγωγή και την κουλτούρα. Παρά την καλή τους θέληση και την αγωνιστική τους αυταπάρνηση, δεν είχαν επαρκή επίγνωση των πραγματικοτήτων των χωρών μας, των τρόπων σκέψης και λειτουργίας των κοινωνιών μας και έτσι υφίσταντο χωρίς να το καταλαβαίνουν την πίεση των προκαταλήψεων που κυριαρχούσαν στις μητροπόλεις τους. Αυτή η επιρροή υπήρξε μεγάλη για όλη αυτή την περίοδο όπου τα τοπικά κομμουνιστικά κόμματα δεν αυτονομήθηκαν και δεν αποδεσμεύτηκαν επαρκώς από τις τρέχουσες (μέσα στο διεθνές εργατικό κίνημα) πρακτικές ομοφωνίας. Απ' όπου και η τάση αυτών των στελεχών να βιάζονται να κρίνουν και να παίρνουν αποφάσεις, προτού να γνωρίσουν και να κατανοήσουν. Υπήρχε έλλειψη κατανόησης ενός μείζονος γεγονότος: η κοινότητα στόχων δεν μεταφράζεται αυτόματα σε ενότητα δράσης: το να φτάσεις σε αυτή περνάει πάντοτε μέσα από τη κατάλληλη μεσολάβηση υποκειμενικών και πολιτισμικών παραγόντων που είναι ιδιαίτεροι σε κάθε κοινωνία. Εάν αυτό λείπει, η ορθότητα των προτεινόμενων στόχων παραμένει ευάλωτη, αν όχι στο έλεος παντοειδών χειραγωγήσεων και αντιπερισπασμών.
Παρουσίασα το γιατί, τους λόγους για τους οποίους απευθύνω αυτό το κάλεσμα να σκύψουμε με ιδιαίτερη προσοχή πάνω σε ένα κρίσιμο πρόβλημα. Όσο για τον τρόπο με τον οποίο θα βάλουμε μπρος τους κατάλληλους προσανατολισμούς, αυτό αποτελεί ακριβώς το πρόγραμμα εργασίας που πρέπει να επεξεργαστούμε μαζύ, από πολλές πλευρές ταυτόχρονα. Πρέπει να πούμε ότι ευτυχώς δεν ξεκινάμε από το μηδέν, ένας αριθμός από αυτές τις σκέψεις και τις έμπρακτες πρωτοβουλίες είναι ήδη παρούσες, έστω κι αν δεν είναι με τρόπο ίσο και συστηματικό πάνω στους τρεις συμπληρωματικούς άξονες: τον άξονα του απολογισμού και της θεωρητικής εμβάθυνσης, τον άξονα της δράσης στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο και τον άξονα της πολιτισμικής δράσης και των ανθρώπινων σχέσεων.
Θα έτεινα να ευνοήσω μέσα στην καθημερινότητα την πρόταξη των συγκεκριμένων διακυβευμάτων και αγώνων αλληλεγγύης. Ξέρουμε, σαν κομμουνιστές, ότι αποτελούν τους πιο στέρεους παράγοντες συνεύρεσης και πλατιάς κινητοποίησης. Υπό τον όρο ότι συνοδεύονται από μια γνώση, από ένα κοινωνικό και πολιτισμικό άνοιγμα και ευαισθησία, που δεν αποκλείουν την ένθεν και ένθεν κριτική ευθύτητα όσον αφορά τους χώρους, τις κοινωνίες και τις οργανώσεις που καλούνται σε δράσεις κοινές και αμοιβαία επωφελείς.
Έτσι θα συγκεκριμενοποιούνταν καλύτερα, απέναντι στις σοβαρές καταστροφές που προκαλεί η νεοφιλελεύθερη χρηματιστική παγκοσμιοποίηση, το κινητήριο σύνθημα: Προλετάριοι όλων των χωρών και λαοί όλου του κόσμου ενωθείτε !
Sadek Hadjeres
Κείμενα του ιδίου :
Πρόσφατες δημοσιεύσεις
- Απ: ΑΜΑΝ ΠΙΑ! 14 Μάι 2015 11:55 από ΑΚΡΙΤΑΣ σε Γιὰ τὴν κυβέρνηση τοῦ Σύριζα
- ΑΜΑΝ ΠΙΑ! 12 Μάι 2015 11:52 από Δώρα Παπαδοπούλου σε Γιὰ τὴν κυβέρνηση τοῦ Σύριζα
- ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΦΡΑΣΕΙΣ 09 Μάι 2015 18:42 από Γιάννης Φ.Φωτόπουλος σε Γιὰ τὴν κυβέρνηση τοῦ Σύριζα
0 Σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια.